Ο Ελύτης, που πίστευε σ'αυτόν τον ευαγγελικό ρόλο της Ποίησης, μοιάζει να μιλά για τη φετινή, αιματηρή μας Άνοιξη όταν γράφει στον "Κήπο του Ευωχείρ":
"Χάθηκε ο κήπος τον κατάπιε η Άνοιξη με τα σκληρά
της δόντια σαν αμύγδαλο
Και ορθός πάλι απόμεινα μ'ένα καμένο χέρι εδώ
στην άκρη που μ'απώθησαν οι συμφορές να πολεμώ
το Δεν και το Αδύνατον του κόσμου ετούτου"
Σ'αυτό το" δεν" και το "αδύνατον" ο Ποιητής απαντά:
Έχω σηκώσει χέρι καταπάνου στα
δαιμονικά του κόσμου τ'ανεξόρκιστα
κι από το μέρος το άρρωστο γυρίστηκα
στον ήλιο και στο φως αυτοεξορίστηκα
(Μαρία Νεφέλη)
Και στην "Ωδή στον Πικασσό", -που η Γκουέρνικά του αναπαράγεται αέναα στα πεδία των μαχών αυτού του κόσμου, ο Ελύτης φωνάζει:
Η ζωή δεν είναι ερημητήριο
Η ζωή δεν αντέχει στη σιωπή
Με θερμοπίδακες και με χιονοστιβάδες πάει ψηλά ή
κυλιέται χαμηλά και ψιθυρίζει λόγια αγάπης
Λόγια που ό,τι κι αν πουν δε λεν ποτέ τους ψέματα
Λόγια που ξεκινούν πουλιά και φτάνουν "πυρ αιθόμενον"
Γιατί δεν έχει δυο στοιχεία ο κόσμος - δε μοιράζεται
Παύλε Πικασσό- κι η χαρά με τη λύπη στο μέτωπο του
ανθρώπου μοιάζουν
Juego de luna y arena - σμίγουν εκεί που ζωγραφίζεις
τον Θάνατο ή τον Έρωτα
Ίδια γυμνούς και ανυπεράσπιστούς κάτω απ'τα τρομερά
ρουθούνια του Βοριά
Γιατί έτσι μόνο υπάρχεις.
Αλήθεια Πικασσό Παύλε υπάρχεις
Και μαζί με σένα εμείς υπάρχουμε
Ολοένα χτίζουν μαύρες πέτρες γύρω μας- αλλά συ γελάς
Μαύρα τείχη γύρω μας- αλλά συ μεμιάς
Ανοίγεις πάνω τους μυριάδες πόρτες και παράθυρα
Να ξεχυθεί στον ήλιο κείνη αχ η πυρόξανθη κραυγή
Που μ'έρωτα παράφορο μεγαλύνει και διαλαλεί τ'αέρια τα
υγρά και τα στερεά του κόσμου ετούτου
Έτσι που να μη μάχεται πια κανένα το άλλο
έτσι που να μη μάχεται πια κανείς τον άλλον
Να μην υπάρχει εχτρός
Πλάι-πλάι να βαδίζουνε το αρνί με το λεοντάρι
Κι η ζωή αδελφέ μου ωσάν τον Γουαδαλκιβίρ των άστρων
Να κατρακυλάει με καθαρό νερό και με χρυσάφι
Χιλιάδες λεύγες μεσ' στα όνειρά της
Χιλιάδες λεύγες μεσ' στα όνειρά μας...
Δείτε σύμπτωση! Το σκεφτόμουν αυτό, το Σάββατο, μετά από μιαν εκδήλωση στον Ιανό. Παρών ο Γιώργος Χρονάς, στο πάνελ των ομιλητών. Είπε δυο λόγια μεστά, στιβαρά, και φώτισε τους πάντες και τα πάντα. Και τότε σκέτηκα: να τι χρειάζονται οι ποιητές σε τέτοιο μικρόψυχο καιρό. Να τους χαιρόμαστε. Και να τους θυμόμαστε (και υπονοώ, βεβαίως, τον Ρίτσο με το Επιλογικό, αλλά και τον Σεφέρη, τον Ελύτη, όλους τους άριστους που αποχωριστήκαμε τα τελευταία χρόνια).
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα γιατί χρειάζονται οι ποιητές.
ΑπάντησηΔιαγραφή…εξόριστε Ποιητή, στον αιώνα σου, λέγε, τι βλέπεις;
Και των αρχαίων Κυβερνητών τα έργα πληρώνοντας η Χτίσις, θα φρίξει.
Ταραχή θα πέσει στον Άδη, και το σανίδωμα θα υποχωρήσει από την πίεση τη μεγάλη του ήλιου.
Αλλά πριν, ιδού, θα στενάξουν οι νέοι, και το αίμα τους αναίτια θα γεράσει.
Κουρεμένοι κατάδικοι θα χτυπήσουν την καραβάνα τους πάνω στα κάγκελα.
Και θα αδειάσουν όλα τα εργοστάσια, και μετά πάλι με την επίταξη θα γεμίσουν, για να βγάλουνε όνειρα συντηρημένα σε κουτιά μυριάδες, και χιλιάδων λογιών εμφιαλωμένη φύση.
Και θα 'ρθουνε χρόνια χλωμά και αδύναμα μέσα στη γάζα.
Και θα 'χει καθένας τα λίγα γραμμάρια της ευτυχίας.
Και θα 'ναι τα πράγματα μέσα του κιόλας ωραία ερείπια.
Τότε, μην έχοντας άλλη εξορία, που να θρηνήσει ο Ποιητής, την υγεία της καταιγίδας από τ' ανοιχτά στήθη του αδειάζοντας, θα γυρίσει για να σταθεί στα ωραία μέσα ερείπια.
Και τον πρώτο λόγο του ο στερνός των ανθρώπων θα πει, ν' αψηλώσουν τα χόρτα, η γυναίκα στο πλάι του σαν αχτίδα του ήλιου να βγει.
Και πάλι θα λατρέψει τη γυναίκα και θα την πλαγιάσει πάνου στα χόρτα καθώς που ετάχθη.
Και θα λάβουνε τα όνειρα εκδίκηση, και θα σπείρουνε γενεές στους αιώνες των αιώνων!
"Και τότε σκέφτηκα πως είμαι ποιητής
ΑπάντησηΔιαγραφήκι επομένως δίκαιος"
Γιάννης Ρίτσος
Το τερατώδες αριστούργημα
Λοιπόν, γι'αυτό χρειάζονται οι ποιητές: να βεβαιώνουν τα πιο απλά και στοιχειώδη για την ύπαρξη: τα όνειρα και το δίκιο. Ευχαριστούμε, Εαρινή Συμφωνία.
ΑπάντησηΔιαγραφή