Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2012

Μαθητικού Ανθολογίου Συνέχεια

Η Αναστασία συνεχίζει να πετροβολά την καθημερινότητά μας και μας προκαλεί να αντιδράσουμε:


Αγώνας δρόμου

Ένα σπίρτο.
Μια μελωδία.
Το πανωφόρι.
Η σκιά.
Αυτός.
Εσύ.
Εμείς.
Κι εγώ εδώ.
Εδώ που ο χρόνος τρέχει
και δεν σταματά.
Εδώ που όλοι τρέχουν και
δεν σταματούν.
Εδώ που δεν άντεξες,
κουράστηκες.
Εδώ που έφυγες και
μ'άφησες να τρέχω.



Κάτι σαν ψίθυροι φωτιάς

Καλή σου νύχτα, λοιπόν.
Έφαγες καλά;
Η τηλεόραση μια απ'τα ίδια.
Η εικόνα σου μπροστά της μια απ'τα ίδια κι αυτή.
Όμως, ο μικρός θεός στα χέρια σου
δεν όρισε ποτέ την ελαφρότητα των δακτύλων σου.
Τα παιδιά στα κρεβάτια τους.
Ο πίνακας του Βαν μίζερα καρφωμένος στον τοίχο.
Το ψαράκι στη γυάλα συνεχίζει τις βόλτες του.
Το τάισες κι αυτό.
Τάισες τη δικαιολογία που σε θέλει μέσα.
Μα οι αγώνες είναι έξω.
Εσύ έχεις δουλειά. Την τσάντα μην ξεχάσεις.
Και πάλι, καλημέρα!

Αναστασία Σιδηροπούλου


Πέμπτη 16 Φεβρουαρίου 2012

Το μήνυμα της αράχνης

Καθώς περιμένουμε τα τραγούδια των παιδιών μας να διαρρήξουν αυτή τη σκοτεινή εποχή, μπορούμε να ανατρέχουμε στους ποιητές μας που απ' τους δικούς τους δύσκολους καιρούς μας θυμίζουν:

Γιατί ο πόνος, ο απέραντος ανθρώπινος πόνος,
σ'ανασηκώνει πάνω απ'τον εαυτό σου,
ως την παραίσθηση και την τρέλα και την προφητεία,
και τη μοίρα-κι ακόμα ψηλότερα, ως τη δικαιοσύνη.
Και μυρμηδίζεις όλος από μνήμες και πράξεις κι οράματα
και βλέπεις κύματα-κύματα
τις γενιές νά'ρχονται απ'το βάθος του χρόνου
κι αιώνια να πλένουν τον κόσμο.
Κι οι ρόγες των δαχτύλων σου φουσκώνουν και πονάνε
σαν τις ετοιμόγεννες κοιλιές.
Και τότε καταλαβαίνεις τους πόνους του απείρου
όταν κοιλοπονούσε τον κόσμο.
Και τους πόνους της γης για να γεννήσει ένα στάχυ.
Ή τους πόνους ολόκληρης της αιωνιότητας,
για να γεννηθεί κάποτε ένα τραγούδι.

(Από την "Καντάτα" του Τάσου Λειβαδίτη και η επόμενη μικρή διδακτική ιστορία:)

Και την πρώτη νύχτα μπήκε μες στο κελί ένας άνθρωπος πού'χε χάσει το πρόσωπό του, κι ακούμπησε το φανάρι που κρατούσε κάτω στο πάτωμα.
Κι ο ίσκιος του μεγάλωσε στον τοίχο.
Και τον ερώτησε: πού έχεις κρυμμένα τα όπλα;
Κι εκείνος, κανείς δεν ξέρει αν από σύμπτωση, ή ίσως για ν'απαντήσει,
έβαλε το χέρι πάνω στην καρδιά του.
Και τότε τον χτύπησε. Ύστερα μπήκε άλλος άνθρωπος πού'χε χάσει το πρόσωπό του και τον χτύπησε κι αυτός.
Κι οι άνθρωποι πού'χαν χάσει το πρόσωπό τους, ήσαν πολλοί.
Και ξημέρωσε. Και βράδιασε.
Ημέρες σαράντα.
Κι ήρθαν στιγμές που φοβήθηκε πως θα χάσει το λογικό του.
Και τον έσωσε μια μικρή αράχνη στη γωνιά, που την έβλεπε ακούραστη κι υπομονετική να υφαίνει τον ιστό της.
Και κάθε μέρα τής τον χάλαγαν με τις μπότες τους μπαίνοντας.
Κι εκείνη ξανάρχιζε κάθε μέρα.
Και τής τον χάλαγαν πάλι.
Κι άρχιζε ξανά.
Εις τους αιώνας των αιώνων.


Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου 2012

Μαθητικό Ανθολόγιο

Ξαναπιάνοντας το νήμα του ιστολογίου μας μετά από ένα δύσκολο χειμώνα, ευελπιστούμε να καλωσορίσουμε την Άνοιξη, όπως της αξίζει: με τα λόγια των μαθητών μας, που κουβαλάνε νερό στην ξηρασία του παρόντος διεκδικώντας το Μέλλον, σύμφωνα με τα παραγγέλματα των ποιητών μας.

Χωρίς ταυτότητα

Εσύ, ένας κόκκος αστεριού
στην απεραντοσύνη αυτού του κόσμου
Εσύ, σαν το φύλλο της ανεμώνης
γέρνεις σε κάθε κίνηση του αέρα
Εσύ, που έφυγες αλλά δεν άκουσες
Εσύ, που κοίταξες αλλά δεν στάθηκες
Εσύ, που αν και με φωνή, δεν φώναξες ποτέ!



Κενό

Να μην είναι η γύμνια του σώματός σου;
Η σκιά σου στον καθρέφτη;
Η ματιά σου στο σκοτάδι
Η ανάσα σου στη βουή του κόσμου;
Το γιατί στην αδικία;
Έτσι πέρασες το χθες κι έτσι έχασες το σήμερα!




Τα ονείρατά μου

Είδες δράκους, νεράιδες, ιππότες, μάγους
Ανθρώπους ξέφρενους, να τρέχουν σαν τρελοί
Κόσμους περίεργους να περνούν από μπροστά σου
Σαν μια μαριονέτα, όμως, κι εσύ, όπως οι άλλοι
Κι εγώ εδώ, να σε κοιτώ
Σαν άνθρωπο που με μανία προσπαθεί
Τι προσπαθεί, να αποκτήσει τα χαμένα
Σαν τάχα κάποιος να τα πήρε
Σαν τάχα κάποιος να μην τά'δωσε ποτέ
Ξέχασες και
Μεμιάς στέρεψαν οι σκέψεις...
Eίναι κάποιος που κρυφά κλέβει τα ονείρατά μου.

Αναστασία Σιδηροπούλου